Δάνεια: Έρχεται γενικευμένη μείωση των επιτοκίων
Σε περίοδο μείωσης των επιτοκίων δανεισμού εισέρχεται ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος μετά την έναρξη της διαδικασίας χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ και με την υποστήριξη της πλεονάζουσας ρευστότητας στο σύστημα, η οποία αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω, καθώς η πρόσβαση στις αγορές διευκολύνεται λόγω της αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας των ελληνικών ομίλων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική, που παρέδωσε χθες στην κυβέρνηση και στη Βουλή ο διοικητής της Γιάννης Στουρνάρας.
«Με την έλευση των πρώτων μειώσεων των επιτοκίων πολιτικής της ΕΚΤ και την ενίσχυση των προσδοκιών για περαιτέρω υποχώρησή τους θα ενεργοποιηθούν δυνάμεις για γενικευμένη και συνεχή αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού στην ελληνική αγορά» επισημαίνεται σχετικά.
Πρόκειται για μία εξέλιξη που αναμένεται να συμβάλλει καταλυτικά προς την κατεύθυνση ενίσχυση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης τα επόμενα χρόνια, οδηγώντας σε μεγέθυνση του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Η συνθήκη αυτή είναι αναγκαία για τη διατήρηση της κερδοφορίας τους στα πολυετή υψηλά της τελευταίας διετίας τουλάχιστον έως και το 2026, καθώς οι αναπόφευκτες απώλειες εσόδων λόγω των χαμηλότερων επιτοκίων στο υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο θα αναπληρωθούν τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος τους, από την αύξηση της συνολικής πίτας των χορηγήσεων.
Πλεονάζουσα ρευστότητα
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ παραμείνει αμετάβλητος, και κατά μείζονα λόγο εάν επιταχυνθεί, και εάν οι πόροι από το Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ) εξακολουθήσουν να ενθαρρύνουν τα πιστωτικά ιδρύματα να αυξήσουν τις χορηγήσεις τους, θεωρείται πολύ πιθανό ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις να επιταχυνθεί κατά το 2024 από τα παρόντα σχετικά υψηλά επίπεδα.
Άλλωστε επάρκεια κεφαλαίων υπάρχει αυτήν τη στιγμή για την διοχέτευσή τους στην πραγματική οικονομία.
Ειδικότερα, με βάση στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio − LCR) και ο δείκτης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης (Net Stable Funding Ratio − NSFR) στο εγχώριο σύστημα αυξήθηκαν το 2023 και παρέμειναν υψηλότεροι τόσο από την υποχρεωτική εποπτική απαίτηση, όσο και από τους αντίστοιχους των τραπεζών της ευρωζώνης.
Κι αυτό παρότι τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα προχώρησαν τους τελευταίους μήνες σε μεγάλη μείωση της χρηματοδότησής τους από το Ευρωσύστημα (TLTRO ΙΙΙ). Επιπρόσθετα, ο λόγος δανείων προς καταθέσεις στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερος από το μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Τα κόστη
Σημειώνεται πως τo μεσοσταθμικό κόστος δανεισμού των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων έχει ήδη σταθεροποιηθεί μετά τα μέσα του 2023 σε ιστορικά υψηλά επίπεδα δεκαετίας, με διαφοροποιήσεις ωστόσο μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών, καθώς σε κάποιες έχουν παρατηρηθεί μειώσεις (π.χ. στα επιχειρηματικά δάνεια ύψους έως 250.000 ευρώ).
Από την άλλη, η αντίστοιχη επιβάρυνση των νοικοκυριών, μετά την άνοδο που παρουσίασε το 2023, από τις αρχές της εφετινής χρονιάς υποχώρησε ελαφρά, αντανακλώντας κυρίως την εξέλιξη του μεσοσταθμικού επιτοκίου των στεγαστικών δανείων.
Το μεσοσταθμικό κόστος των καταναλωτικών δανείων καθορισμένης διάρκειας ακολουθεί πτωτική τάση από τον Αύγουστο του 2023.
Οι όροι
Σε κάθε περίπτωση, αναφέρει στην έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος, οι όροι και η διαθεσιμότητα των επιχειρηματικών πιστώσεων θα συνεχίσουν να υποστηρίζονται σε σημαντικό βαθμό από τα χαμηλότοκα δάνεια του RRF και από τα νέα προγράμματα συγχρηματοδότησης και εγγυοδοσίας.
Με βάση στοιχεία που παρουσιάζει, ο ετήσιος ρυθμός ανόδου των δανείων προς επιχειρήσεις, παρά την επιβράδυνση που εμφάνισε, διατηρήθηκε αρκετά υψηλός μέχρι το τέλος του 2023, ενώ το πρώτο τετράμηνο του 2024 επιταχύνθηκε, φθάνοντας σε 6,9% από 5,8% το Δεκέμβριο του 2023.
Η επιτάχυνση αυτή αντανακλά, κατά την νομισματική αρχή, την ανάκαμψη της ζήτησης κυρίως από πλευράς μεγάλων επιχειρήσεων, μετά τη μείωση που είχε καταγράψει το 2023.
Επισημαίνεται δε, ότι οι εκταμιεύσεις επιχειρηματικών δανείων που συνδέονται με τα αναπτυξιακά προγράμματα και το RRF αντιπροσωπεύουν το 20% περίπου των νέων χορηγήσεων καθορισμένης διάρκειας στο πρώτο τετράμηνο του 2024.
Στον αντίποδα, ο ρυθμός μεταβολής των τραπεζικών πιστώσεων προς τα νοικοκυριά έγινε την ίδια περίοδο λιγότερο αρνητικός, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης επιτάχυνσης της ανόδου των καταναλωτικών δανείων, καθώς και του περιορισμού του ρυθμού συρρίκνωσης των στεγαστικών δανείων.
ot