Επιτόκια: Τα πάνω κάτω έφεραν στις σχέσεις των «πλούσιων» επιχειρήσεων με τις τράπεζες – Η νέα τάση που έφερε η αύξηση των επιτοκίων
Στρατηγικές βελτίωσης της αναλογίας εσόδων – εξόδων από τη σχέση τους με τις τράπεζες έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν τους τελευταίους μήνες μεγάλες κυρίως επιχειρήσεις με πλεονάζουσα ρευστότητα.
Από τη μία πλευρά, προχωρούν σε πρόωρες αποπληρωμές των δανείων τους και από την άλλη τοποθετούν τις καταθέσεις που δεν είναι απαραίτητες για την καθημερινή τους λειτουργία σε λογαριασμούς προθεσμίας.
Πρόκειται για τάσεις που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στα τέλη του 2022 και ενισχύθηκαν εφέτος στον απόηχο των τελευταίων αποφάσεων σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), οι οποίες οδήγησαν σε υψηλότερα επίπεδα τα επιτόκια.
Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα χθες η Τράπεζα της Ελλάδος, συνεχίστηκε τον Απρίλιο τόσο η μείωση της έκθεσης εταιρικών πελατών στην ακριβότερη πλέον τραπεζική χρηματοδότηση, όσο και η αύξηση των τοποθετήσεων σε προθεσμιακές καταθέσεις.
Αναλυτικότερα, τον περασμένο μήνα τα καταθετικά υπόλοιπα των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων υποχώρησαν κατά 1,12 δισ. ευρώ, διευρύνοντας την πτώση των σχετικών μεγεθών από την αρχή του έτους στα 3,82 δισ. ευρώ.
Ένα μεγάλος μέρος της πτώσης των καταθέσεων αποδίδεται στην πρόωρη εξόφληση υφιστάμενων ανοιγμάτων από μεγάλους εταιρικούς πελάτες.
Ως αποτέλεσμα, τα υπόλοιπα στα δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, πλην κοινοπρακτικών, υποχώρησαν τον Απρίλιο κατά 390 εκατ. ευρώ περίπου, ενώ σε επίπεδο τετραμήνου η πτώση προσεγγίζει τα 870 εκατ. ευρώ.
Κατά την Τράπεζα της Ελλάδος, η μηνιαία καθαρή ροή της χρηματοδότησης προς νομικά πρόσωπα τον προηγούμενο μήνα ήταν αρνητική κατά 582 εκατ. ευρώ, έναντι θετικής καθαρής ροής 1,24 δισ. ευρώ το Μάρτιο, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής μειώθηκε σε 8,2% από 10,3% αντίστοιχα.
Τα στοιχεία του α΄ τριμήνου
Ανάλογη ήταν και η εικόνα στο α΄ τρίμηνο του 2023, όπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις που έδωσαν στη δημοσιότητα το προηγούμενο διάστημα οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι.
Σύμφωνα με αυτά, τα εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους στην Ελλάδα από τα 102,1 δισ. ευρώ στο τέλος του 2022 υποχώρησαν κατά 800 εκατ. ευρώ στα 101,3 δισ. ευρώ τον περασμένο Μάρτιο, μετά από μία διετία υψηλών ρυθμών ενίσχυσης.
Παράλληλα, αρκετές εταιρείες με γεμάτα ταμεία έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τις καλύτερες αποδόσεις που προσφέρουν οι τράπεζες μέσω των λογαριασμών προθεσμίας από τον περασμένο Φεβρουάριο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το δίμηνο Μάρτιος – Απρίλιος 2023 οι καθαρές εισροές σε προϊόντα της κατηγορίας έφτασαν τα 1,5 δισ. ευρώ.
Με τον τρόπο αυτό τα υπόλοιπά τους σκαρφάλωσαν στα 9,25 δισ. ευρώ, στο υψηλότερο επίπεδο από το Νοέμβριο του 2014.
Αύξηση ζήτησης
Οι τραπεζικές διοικήσεις πάντως εκτιμούν ότι οι τάσεις αυτές θα αντιστραφούν στο δεύτερο μισό του 2023 και η χρήση θα κλείσει με θετικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης, καθώς θα επιταχυνθούν οι εκταμιεύσεις εγκεκριμένων δανείων, στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Επιπλέον, αναμένουν αύξηση της ζήτησης για χρηματοδοτήσεις, μετά τη στασιμότητα που καταγράφηκε σε διάφορα επενδυτικά σχέδια τους προηγούμενους μήνες λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας.
Ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου και η αναμενόμενη επιστροφή της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα, εκτιμάται ότι θα βελτιώσει την εμπιστοσύνη και θα λειτουργήσει ως καταλύτης για την υλοποίηση μικρών και μεγάλων έργων από τον ιδιωτικό τομέα.
Εξάλλου, στήριξη στο εγχώριο επιχειρείν θα προσφέρουν μέσω άμεσων ενισχύσεων και τα αναπτυξιακά προγράμματα που θα τρέξουν μέσα στην επόμενη τετραετία.
Τα κεφάλαια που μπορούν να εισρεύσουν στην αγορά από τις ενεργές δράσεις φθάνουν συνολικά τα 50 δισ. ευρώ. Από αυτά:
- 18,5 δισ. ευρώ συνολικά θα προέλθουν από το Ταμείο Ανάκαμψης
- 1 δισ. ευρώ ετησίως από τον Νέο Αναπτυξιακό Νόμο
- 26 δισ. ευρώ από τους πόρους του ΕΣΠΑ
- 4,1 δισ. ευρώ από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης
ot