Τράπεζες: Στην «κόκκινη ζώνη» τα επιτόκια δανεισμού στην Ελλάδα – Σε επικίνδυνη ζώνη εισέρχονται πλέον τα επιτόκια για τις ελληνικές τράπεζες
Σε επικίνδυνη ζώνη εισέρχονται πλέον τα επιτόκια για τις ελληνικές τράπεζες, μετά την χθεσινή τελευταία απόφαση αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Μπορεί τα καθαρά έσοδα από τόκους να συνεχίσουν να αυξάνονται έως και το τέλος του έτους, ωστόσο το υψηλό κόστος δανεισμού είναι πιθανό να προκαλέσει αρρυθμίες τόσο στις εισπράξεις από εξυπηρετούμενα δάνεια, όσο και στην πιστωτική επέκταση.
Πρόκειται για τάσεις που καταγράφονται από την αρχή του έτους και είναι πιθανό να ενισχυθούν τα επόμενα τρίμηνα.
Σύμφωνα με τραπεζική πηγή, «η αύξηση των ευρω-επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης από μόνη της δεν αλλάζει τη μεγάλη εικόνα. Έρχεται ωστόσο να προστεθεί στις 9 προηγούμενες» .
Υπογραμμίζει δε πως η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ προανήγγειλε τη διατήρηση τους τουλάχιστον στα τρέχοντα επίπεδα για εύλογο χρονικό διάστημα μέχρι να υποχωρήσει ο πληθωρισμός, ενώ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο νέων προς τα πάνω αναπροσαρμογών.
Στο πλαίσιο αυτό, όχι μόνο θα δουν από τον επόμενο μήνα νέες επιβαρύνσεις στις δόσεις τους οι περισσότεροι δανειολήπτες, μιας και ποσοστό άνω του 95% των χορηγήσεων αφορά σε προγράμματα κυμαινόμενου επιτοκίου, αλλά οι καταβολές τους θα παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα για αρκετό καιρό.
Εξαίρεση αποτελούν τα στεγαστικά δάνεια, για τα οποία οι τράπεζες από τον περασμένο Μάιο έχουν ενεργοποιήσει πλαφόν στο τελικό κόστος, με ισχύ για 12 μήνες.
Παράλληλα, ανοδικά αναμένεται να κινηθούν τα επιτόκια στις νέες χρηματοδοτήσεις κυμαινόμενου επιτοκίου όλων των κατηγοριών, εκτός κι αν οι τράπεζες αποφασίσουν να περιορίσουν τα περιθώρια κέρδους τους.
Προβληματισμός επικρατεί και για το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενός νέου κύματος πρόωρων αποπληρωμών από δανειολήπτες με επαρκή ρευστότητα για τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του τραπεζικού τους χρέους.
Πρόκειται για μία πρακτική που ξεκίνησε στις αρχές του 2023 και συνεχίζεται έως και σήμερα σε αξιοσημείωτο βαθμό.
Η πιστωτική επέκταση
Ενδεικτικά είναι τα τελευταία στοιχεία για την πορεία της πιστωτικής επέκτασης στη χώρα μας.
Σύμφωνα με αυτά, τον Ιούλιο ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων μειώθηκε σε 3% από 5,8% τον αμέσως προηγούμενο μήνα και η μηνιαία καθαρή ροή των δανείων της κατηγορίας ήταν αρνητική κατά 1,2 δισ. ευρώ.
Δηλαδή την υπό εξέταση περίοδο οι αποπληρωμές ξεπέρασαν κατά το ποσό αυτό τις νέες χορηγήσεις.
Ανάλογη είναι η εικόνα και στην επαγγελματική πίστη. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης υποχώρησε στο -2,9% από -2,4% τον Ιούνιο, με την καθαρή ροή να διαμορφώνεται σε αρνητικά επίπεδα (-78 εκατ. ευρώ).
Στην επιδείνωση των ρυθμών μεταβολής των υπολοίπων σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η σημαντική μείωση της ζήτησης για νέα δάνεια, ειδικά από μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Όσο λοιπόν το κόστος χρηματοδότησης διατηρείται στα τρέχοντα επίπεδα, τόσο εξασθενούν οι προοπτικές για ενίσχυση της νέας παραγωγής δανείων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε σύγκριση με το καλοκαίρι του 2022 τα επιτόκια στις νέες χρηματοδοτήσεις προς επιχειρήσεις έχουν ήδη διπλασιαστεί.
Κι αν προς ώρας οι τράπεζες αυξάνουν την οργανική τους κερδοφορία από το υφιστάμενο υπόλοιπο χορηγήσεων, από την επόμενη χρήση η περαιτέρω ενίσχυσή της θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις νέες ροές χορηγήσεων.
Κίνδυνος επισφαλειών
Τέλος, με την άνοδο των δόσεων αυξάνεται ο κίνδυνος δημιουργίας νέων κόκκινων δανείων. Μέχρι στιγμής, η επίδραση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στην ποιότητα του τραπεζικού ενεργητικού είναι απολύτως ελεγχόμενη.
Ο βασικός λόγος είναι ότι η πλειονότητα των υφιστάμενων δανείων έχει χορηγηθεί την περασμένη δεκαετία, με ιδιαίτερα αυστηρούς όρους πιστοληπτικής αξιολόγησης, λόγω της κρίσης.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις έχουν συγκεντρώσει ρευστότητα μέσω των κρατικών προγραμμάτων στήριξης που έτρεξαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και μετά το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης.
Ωστόσο, όσο αυξάνονται οι δόσεις, τόσο ενισχύονται οι πιθανότητες για νέες επισφάλειες.
ot