
Έλλειψη στελεχών και κόστος δανεισμού τα δύο αγκάθια των μικρομεσαίων
Η εύρεση κατάλληλου προσωπικού, με προσόντα και εμπειρία, αλλά και το υψηλό κόστος χρηματοδότησης αναδεικνύονται δύο από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα, όπως ανέφερε και σε ομιλία του την Παρασκευή ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας, στην ΕΣΕΕ. Μάλιστα, η τελευταία έρευνα SAFE, που πραγματοποιείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαπιστώνει ότι για πρώτη φορά η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού εμφανίζεται ως μεγαλύτερο πρόβλημα από ό,τι η δυσκολία πρόσβασης στον δανεισμό που κυριαρχούσε μέχρι την πανδημία. Τα δε επιτόκια για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι σχεδόν υπερδιπλάσια από ό,τι τα μέσα αντίστοιχα στην Ε.Ε.
Χρηματοδότηση
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι κυρίως κατά το 2020, οι ελληνικές επιχειρήσεις στηρίχθηκαν κυρίως από τα μέτρα στήριξης, ενώ από το 2021, η πλειονότητα έκανε χρήση των επιδοτήσεων και εγγυημένων και συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων. Ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, το ποσοστό αυτό το 2021 ήταν 57%. Στο πρώτο τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δανεισμός προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ξεπερνά εκείνων προς τις μεγάλες, καθώς οι πρώτες λαμβάνουν το 55% της καθαρής πιστωτικής επέκτασης (1 δισ. ευρώ).
Η συμβολή συγχρηματοδοτούμενων και εγγυημένων δανείων φαίνεται και από τα στοιχεία των εκταμιεύσεων προς μικρές επιχειρήσεις που φτάνουν τα 500 εκατ. ευρώ στο πεντάμηνο του έτους, με κύριες πηγές το Pan European και τα προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Μάλιστα, σχεδόν 400 εκατ. ευρώ για δάνεια με εγγύηση σε ποσοστό 80% παραμένει αδιάθετο, με κίνδυνο να χαθούν τα κονδύλια αυτά, καθώς λήγουν στα τέλη Ιουνίου.
Κόστος δανεισμού
Από την άλλη πλευρά, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν να ανταγωνιστούν τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, οι οποίες δανείζονται ευκολότερα και με μικρότερο επιτόκιο, σχεδόν κατά δύο έως τρεις φορές χαμηλότερα. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μικρά δάνεια, δηλαδή μέχρι 250.000 ευρώ ή 1 εκατ. ευρώ, χορηγούνται με επιτόκιο 3,5%-4,5%, όταν τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά κινούνται στο επίπεδο του 2%-2,75%.
Άνοδος επιτοκίων
Το κόστος δανεισμού ίσως γίνει εντονότερο πρόβλημα με την αναμενόμενη άνοδο των επιτοκίων από την ΕΚΤ, στο επόμενο διάστημα, καθώς, σχεδόν το σύνολο των επιχειρηματικών δανείων έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο. Η επίπτωση θα γίνει πιο εμφανής όταν το αρνητικό, σήμερα, euribor θα γίνει θετικό.
Σύμφωνα με στοιχεία των τραπεζών, η πλειονότητα των επιχειρηματικών δανείων είναι συνδεδεμένο με το euribor (συν περιθώριο). Ωστόσο, το τελικό επιτόκιο δεν λαμβάνει υπόψη του το αρνητικό euribor, στα περισσότερα δάνεια. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι να ανέλθει στο μηδέν, τα περισσότερα επιχειρηματικά με κυμαινόμενο δάνειο δεν θα έχουν επίπτωση στο τελικό επιτόκιο.
Στη συνέχεια, όμως, κάθε μεταβολή του euribor πάνω από το μηδέν θα επιβαρύνει το κόστος εξυπηρέτησης του δανείου. Ίσως, η στιγμή αυτή να μην αργεί, καθώς το euribor 3μήνου ακολουθεί το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ που είναι στο -0,50%, όπου αναμένεται αύξηση κατά τουλάχιστον μισή ποσοστιαία μονάδα μέχρι το τέλος του έτους. Υπενθυμίζεται ότι ιστορικά το euribor ακολουθούσε το βασικό καταθετικό επιτόκιο της ΕΚΤ, το οποίο σήμερα είναι μηδέν.
Με την πανδημία και τις ενέσεις ρευστότητας, το διατραπεζικό επιτόκιο εγκατέλειψε το καταθετικό επιτόκιο και επηρεάστηκε από το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ. Τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι, όταν απορροφηθεί η ρευστότητα από την πανδημία, τότε το euribor μπορεί να επανέλθει στην προηγούμενη πορεία του, δηλαδή να ακολουθεί το καταθετικό επιτόκιο της ΕΚΤ, το οποίο θα είναι υψηλότερο.
Έλλειψη προσωπικού
Σε ό,τι αφορά την έλλειψη προσωπικού, το πρόβλημα αναδεικνύεται ως το κυριότερο από το 18% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα που έλαβαν μέρος στην τελευταία έκθεση SAFE, έναντι 16% που είναι η πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό.
Το μήνυμα στο Τwitter από τον κ. Ανδρέα Ανδρεάδη, CEO της ξενοδοχειακής αλυσίδας Sani/Ikos Group και πρώην πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων στις αρχές του μήνα, το οποίο έγινε και βασικό θέμα στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης είναι ενδεικτικό: “Πράγματι υπάρχει τεράστια έλλειψη προσφοράς εργασίας με αμοιβές σημαντικά πάνω από τις κλαδικές συμβάσεις. Τα μεγαλύτερα προβλήματα εντοπίζονται στον επισιτισμό (κουζίνα & service) με ακάλυπτες πάνω από 50.000 θέσεις. Απαιτούνται λύσεις τώρα, ο ποιοτικός τουρισμός μας κινδυνεύει”.
Δυσκολίες στην εύρεση έμπειρων και εξειδικευμένων στελεχών αντιμετωπίζουν και άλλοι κλάδοι και μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με έρευνα της εφημερίδας Κεφάλαιο (Σάββατο, 28 Μαΐου 2022), οι τράπεζες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εύρεση συγκεκριμένων ειδικοτήτων στην Πληροφορία Τεχνολογίας λόγω ψηφιακού μετασχηματισμού. Έκθεση της εταιρείας ανθρώπινου δυναμικού της Randstad σημειώνει ότι η μεγαλύτερη δυσκολία εντοπίζεται σε στελέχη πληροφορικής/ΙΤ, μηχανικούς και μηχανολόγους, αλλά και στη στελέχωση νομικών τμημάτων και πωλήσεων. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την προσέλκυση ταλέντων είναι οι μισθοί, οι προοπτικές εξέλιξης και η ποιότητα εργασίας.
Γιάννης Στουρνάρας
Σύμφωνα με τον Έλληνα κεντρικό τραπεζίτη, η απόκλιση στο κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων μεταξύ Ελλάδος και ζώνης του ευρώ περιορίστηκε τα τελευταία χρόνια: σε 170 μονάδες βάσης (μ.β.) κατά μέσο όρο την περίοδο 2020-2022 έναντι 290 μ.β. κατά μέσο όρο την περίοδο 2011-2019. Αυτό βεβαίως ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της διευκολυντικής ενιαίας νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Το ύψος των επιτοκίων τραπεζικού δανεισμού αντανακλά και τον πιστωτικό κίνδυνο κάθε χώρας, αλλά και την ανάγκη των τραπεζών να αποφύγουν την καταγραφή μεγάλων ζημιών, λόγω του σχετικά υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, και να αποτρέψουν τη διάβρωση της κεφαλαιακής τους βάσης. Όσο ανακάμπτει η οικονομική δραστηριότητα, όσο πλησιάζουμε προς την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας για τους τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου και όσο προχωρεί η εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών, τόσο η διαφορά του κόστους του χρήματος στην Ελλάδα έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών θα μικραίνει.
Τέλος, ανέφερε ο κ. Στουρνάρας, το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων εξαρτάται και από διαρθρωτικούς παράγοντες της οικονομίας. Για παράδειγμα, η αύξηση του μέσου μεγέθους των επιχειρήσεων, η ενίσχυση της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητάς τους, αλλά και η ανάπτυξη της εγχώριας κεφαλαιαγοράς υποβοηθούν την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε φθηνή χρηματοδότηση. Με την ανάπτυξη της κεφαλαιαγοράς οι τράπεζες έρχονται αντιμέτωπες με επιπλέον ανταγωνισμό ως προς την παροχή χρηματοδοτικών πόρων προς τις ΜΜΕ και ο ανταγωνισμός οδηγεί ως συνήθως σε μειώσεις των τιμών.